ΑΝΙΧΝΕΥΤΕΣ ΧΡΥΣΟΥ – ΤΟΥΡΚΙΚΑ ΡΑΣΕΤΙΑ
Συνθήκη της Λωζάνης, 1923
Μετά τη γενοκτονία των Ποντίων και τη μικρασιατική καταστροφή το αποκορύφωμα του μέτρου της «ανταλλαγής πληθυσμών» αποτέλεσε το Σύμφωνο για την ανταλλαγή πληθυσμών μεταξύ Ελλάδος και Τουρκίας που υπογράφηκε στις 30 Ιανουαρίου 1923. Το οποίο στη συνέχεια κατέστη μέρος της Συνθήκης της Λωζάνης της 24ης Ιουλίου του ίδιου έτους δυνάμει του άρθρου 142 της τελευταίας.
Δήλωσις Εκκαθαρίσεως Κινητής και Ακινήτου Περιουσίας κατά την ανταλλαγή ελληνοτουρκικών πληθυσμών (1923-1927) από την Γέννα προς την ευρύτερη περιοχή της Θεσσαλονίκης (16/12/1927).
Κατά τη Σύμβαση αυτή η ανταλλαγή δεν ήταν πλέον εκούσια και ελεύθερη αλλά υποχρεωτική και αποτέλεσμα όρου πολεμικής ήττας. Στη Συνδιάσκεψη της Λωζάννης η Ελλάδα, μολονότι αντιτίθονταν στη άποψη και της εκούσιας ανταλλαγής (καταστροφική για τον ευημερούντα Ελληνισμό της Μικράς Ασίας). Εντούτοις πιεζόμενη από το ατυχές αποτέλεσμα του πολέμου, δήλωσε να συζητήσει εκούσια και αμοιβαία ανταλλαγή. Η Τουρκία όμως δεν δέχθηκε ούτε εκούσια ούτε αμοιβαία αλλά υποχρεωτική. Μάταια το Οικουμενικό Πατριαρχείο διαμαρτυρήθηκε για κήρυξη της Εκκλησίας «εν διωγμώ». Αλλά και οι διαμαρτυρίες της τότε ελληνικής κυβέρνησης προς τη Τουρκία και τις Μεγάλες Δυνάμεις υπήρξαν ατελέσφορες. Τελικά η Συνδιάσκεψη απεφάνθη ότι αν και μισητό αυτό καθ΄ αυτό το μέτρο της υποχρεωτικής ανταλλαγής ήταν το μόνο ενδεδειγμένο στη περίπτωση και συνέστησε την αποδοχή αυτής με τον όρο να εξαιρεθούν οι Έλληνες κάτοικοι της Κωνσταντινούπολης και οι Μουσουλμάνοι της Δυτικής Θράκης.
Τότε η Ελλάδα που είχε εγκαταλειφθεί απ’ όλους τους Συμμάχους αναγκάσθηκε να υποκύψει και να υπογράψει την παραπάνω Σύμβαση της υποχρεωτικής ανταλλαγής με την οποία χιλιάδες Έλληνες της Μικράς Ασίας, μεταξύ αυτών και ο Πατριάρχης Κωνσταντίνος ΣΤ΄, εξαναγκάσθηκαν σε εκπατρισμό. Στην εν λόγω Σύμβαση καθορίζονταν τα εις την υποχρεωτική ανταλλαγή υποκείμενα πρόσωπα, η ιθαγένειά τους. Ο χρόνος της ανταλλαγής, η εκκαθάριση των περιουσιών τους, καθώς και η τύχη των εξαιρουμένων της ανταλλαγής προσώπων. Στη συνθήκη δε αυτή υπάχθηκαν και οι μετά την 12 Οκτωβρίου 1912 αποχωρήσαντες εκ των εδαφών που χαρακτηρίστηκαν «ανταλλάξιμοι».
Οι κινητές και ακίνητες περιουσίες των ευαγών ή θρησκευτικών ιδρυμάτων που ανήκαν σε ανταλλάξιμους ή εις πρόσωπα που κατοικούσαν εκτός των εδαφών τους, υπάχθηκαν επίσης σε ανταλλαγή.
Σε μικτή επιτροπή εκ της συμβάσεως ανετέθη η εκτίμηση και εκκαθάριση των περιουσιών που εγκαταλείφθηκε. Η αξία τους μετά την εκτίμηση περιέρχεται στο κράτος όσο παραμένουν – ανταλλάξιμη περιουσία – και αυτό (το κράτος) καθίσταται οφειλέτης των δικαιούχων. Οι αξίες τέλος θα συνοψίζονταν και όση προέκυπτε διαφορά αυτή θα καταβάλλονταν από το οφειλόμενο κράτος στο έτερο.
Η Σύμβαση αυτή άρχισε να εφαρμόζεται από τον Αύγουστο του 1923. Η δε μικτή επιτροπή περάτωσε το έργο της κατά το έτος 1925. Για δε την εκτέλεσή της εκδόθηκε σωρεία νόμων, διαταγμάτων, αποφάσεων κλπ ενώ πλείστες Υπηρεσίες δημιουργήθηκαν για τη περαίωση του όγκου της εργασίας προς εγκατάσταση των εκατοντάδων χιλιάδων ομοεθνών προσφύγων, την εκκαθάριση των περιουσιών τους και την τακτοποίηση των αξιώσεών τους.
(Πηγή: «Ανταλλαγή πληθυσμών», Βικιπαιδεία)
ΟΙ ΤΟΥΡΚΟΙ δεν πιστέψανε ποτέ ότι έφυγαν και δεν θα γυρνούσαν πίσω. Πίστευαν ότι σε μερικά χρόνια θα γυρνούσαν στα μέρη που άφησαν και έζησαν. Περισσότερο από 500 χρόνια στα σπίτια και στα κτήματα των Τούρκων κατοίκησαν πρόσφυγες Έλληνες από διάφορα σημεία, που γύρισαν στην πατρίδα τους την Ελλάδα. Οι εύποροι Τούρκοι δεν μπόρεσαν να πάρουν μαζί τους όλα τα υπάρχοντά τους. Γι’ αυτό κρύψανε μέρος αυτών (χρυσές λίρες, πεντόλιρα, ρασέτια) σε σημεία- κρυψώνες. Πιστεύοντας και επιθυμώντας ότι κάποια μέρα θα γυρνούσαν πίσω να τα βρούνε. Άλλα βρήκαν οι ίδιοι ή κάποιοι συγγενείς τους ή τους πρόλαβαν κάποιοι άλλοι. Σε κάποια, το μυστικό είναι κρυμμένο και χαμένο ακόμα. Αγαπημένα δέντρα των Τούρκων όπου έκρυβαν χρυσό μυστικό και βρέθηκαν χρυσές λίρες ήταν:
ΑΝΙΧΝΕΥΤΕΣ ΧΡΥΣΟΥ ΔΕΝΤΡΑ ΚΑΙ ΟΙ ΛΥΣΕΙΣ:
* ΦΟΥΝΤΟΥΚΙΑ, ΜΟΥΡΙΑ, ΚΑΡΓΑΤΣΙΑ, ΣΥΚΙΑ, ΠΛΑΤΑΝΙ, ΚΥΔΩΝΙΑ, ΣΤΑΦΥΛΙ, ΕΛΙΑ, ΑΠΙΔΙ
* ΚΑΡΥΔΙΑ, ΒΑΤΟΜΟΥΡΟ, ΑΜΥΓΔΑΛΑ, ΛΩΤΟΣ, ΒΥΣΣΙΝΙΑ, ΦΛΑΜΟΥΡΙΑ, ΚΕΡΑΣΙΑ, ΑΧΛΑΔΙ
Οι Τούρκοι έθαβαν κι’ έκρυβαν βαθιά στα δέντρα πάνω από 1,20 έως 2,5 μέτρα τουλάχιστον, σε βάθος. Παίρνοντας τον κορμό του δέντρου σαν σταθερό σημείο. Συνήθως τα μέτρα που απομακρύνονταν από το δέντρο και έθαβαν ήταν σε ακτίνα 3 μέτρων έως 15 μέτρα το πολύ. Εκεί κοντά είχαν κάποιο άλλο σημάδι πάνω από τις χρυσές λίρες. Όπως για παράδειγμα ένα μπηγμένο πάσσαλο ή μία πλάκα πέτρας, έναν σωρό από πέτρες ή έναν βράχο σαν δεύτερο σημάδι.