ΠΡΟΣΟΧΗ ΣΤΙΣ ΚΑΛΠΙΚΕΣ ΧΡΥΣΕΣ ΛΙΡΕΣ – ΑΝΙΧΝΕΥΤΗΣ ΜΕΤΑΛΛΩΝ
Σύντομο ιστορικό πλαστογράφησης της χρυσής Λίρας
Το πλέον γνωστό και αναγνωρίσιμο χρυσό νόμισμα στο κόσμο είναι και το πιο πλαστογραφημένο. Μετά την σταδιακή εγκατάλειψη του κανόνα χρυσού στον απόηχο του 1ου Παγκόσμιου Πόλεμου, το Βρετανικό νομισματοκοπείο έπαυσε για ένα διάστημα ή ελάττωσε σημαντικά την παραγωγή χρυσών λιρών.
Η έλλειψη που κατά συνέπεια προέκυψε, ιδιαίτερα μετά τον 2ο Παγκόσμιο Πόλεμο, κυρίως στις χώρες της νοτιοανατολικής ευρώπης και της μέσης ανατολής λόγω της απεγνωσμένης αναζήτησης ενός νομίσματος σταθερής και εγγυημένης αξίας και σαν αποτέλεσμα της συνεχούς απαξίωσης των τοπικών χαρτονομισμάτων, ώθησε πολλούς τυχοδιώκτες και παραχαράκτες να προσπαθήσουν να καλύψουν αυτό το κενό, Απρόσκλητα και με το αζημίωτο βέβαια.
Έτσι ξεπετάχτηκαν εργαστήρια παραγωγής πλαστών χρυσών λιρών σε διάφορα μέρη,. Μεταξύ των οποίων τα πιό “φημισμένα” ήσαν στην Ιταλία (Μιλάνο) την Ελβετία, τη Συρία και το Λίβανο. Τα ποιοτικότερα νομίσματα τα έφτιαχναν στην Ιταλία και συνεπώς ήσαν και τα ακριβότερα, ενώ τα πιό κακότεχνα και ως εκ τούτου φθηνότερα ήσαν τα Συριακά.
Η περιεκτικότητα σε χρυσό των γνήσιων χρυσών λιρών κυμαίνεται μεταξύ 91,6% και 91,7% καθαρού χρυσού, στις ιταλικές είναι από 91,2% έως 91.7% (!) και οι συριο-λιβανέζικες από 88% έως 91,5%. Το Βρετανικό υπουργείο οικονομικών υπολόγισε πως το 1955 στην Ελλάδα κυκλοφορούσαν περίπου 15 με 20 εκατομμύρια χρυσές λίρες, εκ των οποίων σχεδόν το ένα εκατομμύριο ήσαν κάλπικες, κυρίως ιταλικές.
Για να καταπολεμήσει αυτό το φαινόμενο και να διασώσει το κύρος του Βρετανικού νομίσματος και στέμματος, το υπουργείο άρχισε από το 1957 να εκδίδει και πάλι μαζικά νέες χρυσές λίρες. Έως το 1968 είχαν παραχθεί πάνω από 45 εκατομμύρια γνήσια τεμάχια.
Δείγματα πλαστογραφημένων χρυσών λιρών.
Στις εικόνες που ακολουθούν παρατίθενται μερικά δείγματα με κίβδηλες – κάλπικες χρυσές λίρες. Η πλαστογράφηση διακρίνεται άλλοτε αμέσως και άλλοτε δυσκολότερα, ανάλογα με την ποιότητα της αντιγραφής. Όλα τα δείγματα που βλέπετε είχαν πωληθεί σαν γνήσια σε ανύποπτους αγοραστές. Μπορούμε να τις χωρίσουμε σε κατηγορίες για καλύτερη εξέταση.
Τα προφανή κίβδηλα.
Οι πρώτες δύο εικόνες παρουσιάζουν τις δύο πλευρές του ίδιου δείγματος και ανήκουν στην κατηγορία των οφθαλμοφανών πλαστογραφιών. Καθώς είναι εύκολα αναγνωρίσιμα από ένα έμπειρο αργυραμοιβό νομισμάτων αλλά όχι από το ευρύ κοινό.
Υπάρχουν εντούτοις αρκετές μικρές λεπτομέρειες που όταν συνυπολογιστούν προκύπτει εύκολα το συμπέρασμα πως το νόμισμα είναι τελικά κίβδηλο. Μπορούμε εδώ να παραλληλήσουμε τη διαδικασία με τη σύγκριση μιας φωτογραφίας και ενός πίνακα ζωγραφικής. Ενώ η φωτογραφία δίνει την αίσθηση ότι είναι τελείως επίπεδη, αντίθετα ένας ζωγραφικός πίνακας έχει προοπτική και βάθος.
Πολύ προφανή κίβδηλα
Το επόμενο δείγμα αποτελεί παράδειγμα μιας κατηγορίας πλαστών που πολύ εύκολα αναγνωρίζεται σαν κίβδηλα. Είτε είναι πολύ γυαλιστερά, είτε τα πλευρικά δοντάκια τους είναι πολύ κοφτερά σε ορισμένα σημεία. Πράγμα που συνήθως εντοπίζεται και φαίνεται αρκετά καθαρά, ακόμα και στις φωτογραφίες. Το χρώμα του μετάλλου μπορεί να έχει μια μπρονζέ χροιά και η επιφάνεια να έχει μια χαρακτηριστική έντονη αγριάδα (γκρανουλέ) κάτω από μεγεθυντικό φακό. Αυτό είναι αποτέλεσμα του τρόπου κατασκευής αυτών των νομισμάτων που όντας φτηνές απομιμήσεις είναι συνήθως χυτά. Ενώ τα πιό προσεγμένα σφραγίζονται σε ατσάλινες πρέσσες, όπως και τα αληθινά.
Αυτή η λεπτομέρεια αρκεί για να διακρίνει κανείς τις περισσότερες απομιμήσεις. Επιπλέον σύνηθες χαρακτηριστικό αυτής της κατηγορίας είναι το σχετικά φαρδύ περιθώριο στο οπισθότυπο (γράμματα). Καθώς και η εμφάνιση της χρονολογίας στο έξεργο είναι δυσανάλογα μεγάλη και άχαρη. Το συγκεκριμένο δείγμα είνα πολύ κακοφτιαγμένο και εξώφθαλμα πλαστό. Εντούτοις βρέθηκε στο απόθεμα ενός κατά τ’άλλα σοβαρού και έντιμου έμπορου που -θεωρητικά πάντα- ελέγχει προσεκτικά κάθε νόμισμα, αλλά καμμιά φορά ακόμα και οι επαγγελματίες κάνουν λάθη.
Οι τέλειες απομιμήσεις
Κατά τη δεκαετία του 1970 δημιουργήθηκαν μερικά ποιοτικά αντίγραφα από σπάνια νομίσματα πολύ μεγάλης αξίας. Πιθανολογείται ότι κατασκευάστηκαν στο Λίβανο από κάποιον ονόματι Chaloub κατά παραγγελία κάποιου αμερικανού Harry Stock. Η ποιότητα αυτών των κίβδηλων ήταν άριστη. Τόσο τέλεια ήσαν ώστε ένας πολύ μεγάλος αριθμός από αυτά διοχετεύτηκε στην αγορά και κατέληξε στα χέρια πολλών έμπειρων και καταξιωμένων εμπόρων και συλλεκτών αλλά και μέσω φημισμένων οίκων πλειστηριασμών στα χέρια πλουσίων επενδυτών.
Μερικές από τις χρονολογίες που εμφανίζονται σε αυτά τα ποιοτικά πλαστά νομίσματα είναι το 1822, 1827, 1832, 1887, 1916-C (νομισματοκοπείο της Οτάβα) και το 1917. Τα περισότερα δείχνουν πως προέρχονται από το νομισματοκοπείο του Λονδίνου (χωρίς χαρακτηριστικό σημάδι προέλευσης) εκτός από εκείνα που έχουν κάποιο από τα σχετικά σημάδια. Οι περισσότερες από αυτές τις χρονολογίες θεωρούνται δυσεύρετες ή σπάνιες. Η έκδοση Λονδίνου 1917 π.χ. στο τιμοκατάλογο κοστολογείται στα 3.300 ευρώ σε κατάσταση EF (extra fine), ενώ η έκδοση 1816-C στα 8.400 ευρώ.
Τα εξόφθαλμα κίβδηλα νομίσματα
Εδώ ακόμα και ένας τυφλός με την αφή θα μποροιύσε να ξεχωρίσει τα νομίσματα αυτά απο τα γνήσια. Η επιφάνειά τους είναι υπερβολικά γυαλισμένη με μια γλιστερή αίσθηση στην αφή, ή ακόμα έχουν κοφτερές άκρες και ακανόνιστα δοντάκια.
Μία άλλη αίσθηση που μπορεί εδώ να μας χρησιμεύσει είναι η ακοή. Πολλά κίβδηλα έχουν “λάθος ήχο” όταν χτυπούν μεταξύ τους ή όταν κουδουνίζουν πέφτοντας σε μία πέτρινη επιφάνεια. Καί πάλι εδώ ένας τυφλός θα μπορούσε πολύ εύκολα να διακρίνει τους διαφορετικούς ήχους των νομισμάτων αυτών. Ο λόγος που ηχούν διαφορετικά είναι τα φτηνά κράματα που χρησιμοποιούνται με τις διάφορες προσμίξεις που αραιώνουν το χρυσό, ή ακόμα ο τρόπος χύτευσης που παράγει ένα κράμα χαμηλότερης πυκνότητας κάνοντας το νόμισμα πιο “μαλακό”.
Όταν ο χρυσός επεξεργάζεται “εν ψυχρώ” δια κρούσεως (και όχι με χύτευση) τότε το αποτέλεσμα είναι ένα νόμισμα αυξημένης σκληρότητας και με εύηχες ιδιότητες. Σε άλλες εποχές ο λαός για να διακρίνει τα κίβδηλα χρυσά νομίσματα, τα δάγκωνε για να δει πόσο σημάδι άφηνε.
Υπάρχουν κάποιες ασφαλείς χρονολογίες;
Όχι. Παρόλο που μερικές χρονολογίες απαιτούν ιδιαίτερη προσοχή και εγρήγορση, δεν υπάρχει καμμία χρονολογία που να προσφέρει εγγύηση σιγουριάς.
Έλλειψη χρονολογίας ή χαρακτηριστικού σημαδιού νομισματοκοπείου έκδοσης
Μία άλλη κατηγορία απομιμήσεων που είναι αναγνωρίσιμη σχετικά εύκολο να εντοπιστεί είναι εκείνα που δεν έχουν χρονολογία ή σημάδι νομισματοκοπείου έκδοσης. Είναι γνωστό π.χ. ότι τι νομισματοκοπείο του Λονδίνου δεν εξέδοσε χρυσές λίρες μεταξύ των ετών 1918 και 1925. Αυτό όμως δεν εμπόδισε μερικούς παραχαράκτες να κατασκευάσουν λίρες με αυτές της χρονολογίες!
Μερικές γενικές συμβουλές.
Αποφεύγετε να αγοράζετε χρυσές λίρες από αγνώστους ή από χώρες εξωτικές, ή ακόμα όταν η τιμή είναι πολύ χαμηλότερη από την αγοραία. Αγοράζετε από αναγνωρισμένους έμπορους με καλή φήμη. Από την άλλη μεριά μην βασιστείτε ότι μια ιδιαίτερα υψηλή τιμή πώλησης είναι κάποια εγγύηση γνησιότητας. Μερικά από τα κίβδηλα που παρουσιάζονται εδώ αγοράστηκαν στο Μπαχρέιν τον Απρίλιο του 1999. Σε τιμές αρκετά ψηλότερες από εκείνες της αγοράς.